συνέντευξη στον ΣΤΑΥΡΟ ΜΥΘΟ || mythos@eroticos.gr
Ένας ανένταχτος θεατράνθρωπος με πρωταγωνιστικούς ρόλους πάνω στη σκηνή ως ηθοποιός αλλά και ως σκηνοθέτης.
Ο Δημήτρης Λιγνάδης μέσα από τους ρόλους ανακαλύπτει τον εαυτό του και την ισορροπία του και σ’ αυτή τη συνάντησή του με τον Γιώργο Νανούρη στη Θεσσαλονίκη, ανοίγει τις σκέψεις του στην ThessΝews.
Πώς είναι ο Δημήτρης Λιγνάδης σαν άνθρωπος; Χαμηλών τόνων ή έχει έναν εκρηκτικό χαρακτήρα που διοχετεύει την ενέργειά του πάνω στη σκηνή;
Αυτή είναι μια περίεργη ερώτηση που μάλλον μπορεί να την απαντήσει μόνο ο κόσμος. Γιατί άλλοι λένε ότι είμαι χαμηλών τόνων, ενώ άλλοι λένε ότι έχω εκρηκτικό χαρακτήρα. Αν πρέπει να απαντήσω για μένα, θα έλεγα ότι είμαι ένα περίεργο κοκτέιλ και των δύο. Νομίζω ότι όσο περνάνε τα χρόνια, και έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι, πάνω κάτω οι χαρακτήρες μένουν ίδιοι. Μόνο λίγο πιο πλούσιοι γινόμαστε από τις εμπειρίες της ζωής και της ηλικίας, δηλαδή των χρόνων που περνάνε. Δεν ξέρω αν είμαι εκρηκτικός χαρακτήρας, ξέρω πάντως ότι έχω μια ανησυχία, δεν ικανοποιούμαι ούτε με τον εαυτό μου ούτε με τίποτα. Sky is the limit. Το όριο είναι ο ουρανός. Γι’ αυτό είμαι ανικανοποίητος, αυτό μπορώ να σας το βεβαιώσω.
Πιστεύετε στη χημεία του θεάτρου; Όπως όταν λέμε στη χημεία του έρωτα;
Όχι, δεν πιστεύω καθόλου στη χημεία. Στο θέατρο πιστεύω στο χάρισμα που μπορεί να έχει εκ γενετής κάποιος και στο χάρισμα που έχει κάποιος να καλλιεργεί το χάρισμά του. Είναι μια διπλή έννοια του χαρίσματος ή του ταλέντου, ας το πούμε έτσι. Επίσης πιστεύω στη συγκυρία, στην τύχη, στην ασταμάτητη δουλειά, στην υπομονή και στην επιμονή. Όλα αυτά που σας λέω δεν είναι μεταφυσικά. Η χημεία είναι κάτι το μεταφυσικό.
Πάμε στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά με τον Γιώργο Νανούρη να κρατά τα ηνία της σκηνοθεσίας του «Αφέντη και δούλου». Μια παράσταση που κουβαλάει διθυραμβικές κριτικές. Μπαίνω στον πειρασμό να κάνω την κοινότυπη ερώτηση: Πώς προέκυψε το πάντρεμα;
Είναι κάτι που θέλαμε και οι δύο να γίνει. Εγώ, ξέρετε, όταν δεν δουλεύω παθαίνω έναν τρόμο κενού. Ενώ είμαστε φίλοι, τον έπιασα και του είπα «Γιώργο, είσαι από τους ελάχιστους σκηνοθέτες που θα ήθελα να συνεργαστώ. Βρες κάτι να κάνουμε». Σε λίγες μέρες με παίρνει και μου λέει «βρήκα τι θέλω να κάνουμε». Και πριν μου πει, του είπα κατευθείαν «δέχομαι». Και τελικά αυτό που βρήκε ήταν κάτι που μας άρεσε και τους δύο και είναι μια συνεργασία που θα μου μείνει. Είναι μια γλυκιά συνεργασία, ο Γιώργος είναι ένας εκπληκτικός συνάδερφος που κρατάει τα ηνία της σκηνοθεσίας, όπως κρατάει και τα ηνία του ελκήθρου. Γιατί αυτό είναι και το βασικό σκηνικό μας, πάνω στο οποίο δύο άνθρωποι, δύο ζωές, πορεύονται. Δύο διαφορετικές ζωές αλληλεπικαλύπτονται, χρησιμοποιώ επίτηδες αυτό το ρήμα, στο φινάλε.
Τι σας κάνει να σταθείτε σε έναν άνθρωπο και να πείτε το «ναι»;
Σπάνια λέω «όχι» σε δουλειές. Πρέπει να μη με εμπνέει καθόλου ο άλλος για να το πω. Ξέρετε γιατί; Γιατί είμαι ένας επαγγελματίας ηθοποιός. Δεν είμαι ένας αριστοκράτης που διαλέγω μόνο τι θα κάνω. Ξέρω ότι στη δουλειά μας παίζει μεγάλη σημασία και το επαγγελματικό. Ότι πρέπει να δουλέψουμε, πρέπει να συνεργαστούμε και με ανθρώπους που μπορεί να μην τους γουστάρουμε. Για να αρνηθώ λοιπόν, πρέπει να είναι κάτι ακραίο. Επίσης να σας πω ότι εγώ στη ζωή μου δεν μπορώ να σας πουλήσω μαγκιά ότι έκανα ό,τι ήθελα, αλλά μέχρι στιγμής δεν έκανα ό,τι δεν ήθελα. Αυτό μπορώ να σας το βεβαιώσω. Έχοντας δει τη δουλειά του Νανούρη αλλά και του παραγωγού μας, του Γιώργου Λυκιαρδόπουλου, ήξερα ότι ήθελα να δουλέψω μαζί τους. Και έγινε αυτό, που ξεκίνησε σεμνά και κατέληξε εδώ. Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή που ο κόσμος ξαναγυρνάει, μετά από μια περιπλάνηση από το δήθεν αισθητικό, στο αίσθημα, στο συναίσθημα, στο έργο του συγγραφέα και τολμώ να πω και στον ηθοποιό.
Έχω έρθει πάρα πολλές φορές στη Θεσσαλονίκη, πότε με το Εθνικό, πότε με το Κρατικό Θέατρο, πότε με ιδιωτικές παραγωγές, αυτή τη φορά είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος. Είμαι ευαίσθητος με αυτό το θέμα, το θέμα της Μακεδονίας. Της μίας Μακεδονίας.
Μπορεί να κάνει κάποιος επανάσταση μέσα από το θέατρο;
Μπορεί να εκπαιδεύσει κάποιος μέσα από το θέατρο. Αν η κάθε επανάσταση, γιατί εγώ αυτό πιστεύω, προϋποθέτει μια εκπαίδευση, του ατόμου και του συνόλου, μια παιδεία δηλαδή, σημαίνει ότι σπάω κάτι, για να βάλω κάτι άλλο στη θέση του. Αυτό που θέλω να βάλω στη θέση του είναι κάτι που εγώ έχω ως πρότυπο. Ως ιδέα. Ναι, με αυτή την έννοια το θέατρο μπορεί να κάνει επανάσταση. Δεν είναι αυτή η αποστολή του. Το θέατρο είναι έκφραση. Επίσης το θέατρο ασκεί καλλιέργεια. Ασκεί και παιδεία. Ξέρω ότι στις μέρες μας είναι άχαρο όλο αυτό, αλλά έτσι είναι το θέατρο. Και δεν σας το λέει ένας άνθρωπος με γυαλάκια πάνω από ένα γραφείο. Έχω βγάλει και το πανεπιστήμιο και την Πανεπιστημίου. Έχω μελετήσει τον Σωκράτη αλλά και την οδό Σωκράτους στην Αθήνα, για όποιον γνωρίζει.
Η εποχή που ζούμε είναι ανελέητη ή εύθραυστη;
Μπορώ να σας πω με σιγουριά ότι έχει γίνει πιο γρήγορη. Και οι ρυθμοί της. Και αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Τουλάχιστον στον Δυτικό κόσμο. Ακριβώς επειδή έχουνε πεθάνει οι ιδέες ή βρίσκονται σε μεγάλη ύπνωση, γι’ αυτό ανθίζουν οι ιδεολογίες. Αυτή τη στιγμή έχουν πεθάνει οι ιδέες. Και μια ομάδα ανθρώπων πάει να κρυφτεί και να βολευτεί κάτω από ιδεολογίες. Και δεν μιλάω μόνο για την πολιτική, μιλάω για την κοινωνία, μιλάω γενικά. Ο οραματισμός είναι του μέλλοντος. Το μέλλον δεν μπορεί να είναι μόνο αριθμοί και εξισώσεις. Νομίζω ότι θα ξαναπροκύψουν οι ιδέες και ελπίζω να έχουν ένα θετικό πρόσημο. Κατά τ’ άλλα, δεν θέλω να λέω για την εποχή μου, μου μοιάζει γεροντικό. Κάθε εποχή έχει τα ελαττώματα και τα προτερήματά της. Προσωπικά είμαι ένας άνθρωπος που πιστεύω στους νέους ανθρώπους και γι’ αυτό και είμαι απαιτητικός από αυτούς.
Έχουν αφυπνιστεί οι Έλληνες;
Όχι, δεν το πιστεύω ότι έχουν αφυπνιστεί. Η ελληνική κοινωνία στις μέρες μας, ειδικότερα από τη Μεταπολίτευση και μετά, βρίσκεται σε ένα εκκρεμές. Το εκκρεμές για να ισορροπήσει θα πάει πρώτα από την μία πλευρά, μετά από την άλλη, των άκρων δηλαδή, μέχρι να βρεθεί σε ένα κέντρο. Και ελπίζω μέχρι να βρεθεί να μη σπάσει το ρολόι.
Αισιοδοξία είναι αυτό;
Είμαι αισιόδοξος. Είμαι ρεαλιστής βεβαίως. Βλέπω και μπορώ να διακρίνω το μαύρο από το άσπρο και αν η γνώση που έχω, η εμπειρία μου, περιέχει μαύρο, η ψυχή μου είναι γεμάτη άσπρο. Δηλαδή ελπίζω.
Το «Αφέντης και δούλος» είναι ένα καθαρά ευαίσθητο έργο. Τι γυρεύει ανάμεσά μας;
Ένα σπουδαίο δημιούργημα της τέχνης, και ας μιλήσουμε για το θέατρο, δεν είναι μόνο ο επικαιρικός του χαρακτήρας. Η Μόνα Λίζα δεν περιέχει κανέναν επικαιρικό χαρακτήρα αλλά είναι αριστούργημα. Παρόλα αυτά, το «Αφέντης και δούλος» έχει να πει σήμερα πολλά. Γιατί μιλάει για την απεμπλοκή από το «εγώ» μας και την ανάγκη του «εσύ». Του άλλου, του πλησίον, του ανθρώπου. Και αυτό το κάνει ένας τεράστιος συγγραφέας και η παράσταση το δείχνει με τον πιο απλό και καθόλου κλασικό αλλά σεβαστικό τρόπο ως προς το κείμενο. Η ανάγκη ότι ξαφνικά έχουμε πάρει όλη τη ζωή μας λάθος, γιατί δεν έχουμε καταλάβει πόση ανάγκη έχουμε, όχι σωματικά, βιολογικά και οικονομικά, η ψυχή μας πόσο ανάγκη έχει τον άλλον. Η ψυχή μας είναι πάντα ο άλλος. Πάντα.
INFO
«Αφέντης και Δούλος», Λέων Τολστόι
Δημήτρης Λιγνάδης & Γιώργος Νανούρης
ΘΕΑΤΡΟ ΑΘΗΝΑΙΟΝ
Από 9 έως και 18 Φεβρουαρίου
Προπώληση: Ταμείο θεάτρου – www.ticketservices.gr – www.gooddeals.gr
Από το φύλλο της THESSNEWS #92 (10/02/2018-11/02/2018)