συνέντευξη στον ΘΑΝΑΣΗ ΡΟΤΣΚΟ
Η Ρούλα Λεμονοπούλου, κόρη του μεγάλου δεξιοτέχνη του μπουζουκιού Χάρη Λεμονόπουλου, μιλάει για τον πατέρα της στον Θανάση Ρότσκο
Πρέβεζα, Κατερίνη, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Νέα Υόρκη, Σικάγο, περιοδείες σε όλη την Αμερική, άρα «πολίτης του κόσμου». Βιολί, κιθάρα, μπουζούκι και πιάνο σε υψηλό επίπεδο, με μια λέξη «μουσικός παγκόσμιας εμβέλειας».
Ρ.Λ.: Ο Θεοχάρης Λεμονόπουλος γεννήθηκε στην Πρέβεζα στις 5 Ιουνίου 1923. Ο πατέρας του, Διαμάντης, ήρθε πρόσφυγας από την Ορντού της Μικράς Ασίας. Όταν ο Χάρης έγινε 2-2,5 χρονών, φύγανε για την Κατερίνη, μια και τα αδέρφια του Διαμάντη ζούσαν εκεί. Έπαιζε ερασιτεχνικά βιολί, όπως και όλοι οι συγγενείς του έπαιζαν μουσική. Από αυτόν πήρε το ερέθισμα ο Χάρης και ξεκίνησε να ασχολείται με το βιολί και το μαντολίνο. Στα έξι του έχασε τη μητέρα του και ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε. Για προσωπικούς λόγους αποφασίζει να πάει στη θεία του στη Δραπετσώνα. Από τα 12 του χρόνια και μετά έμεινε μόνος στην Αθήνα. Δούλευε σαν σερβιτόρος. Έβγαλε το νυχτερινό γυμνάσιο, ενώ παράλληλα πήγαινε στο Ωδείο Αθηνών. Δουλεύοντας ως μουσικός από τα 14-15 του χρόνια καταφέρνει να αυτοσυντηρείται.
Πολλά από όσα αναφέρει η κ. Ρούλα Λεμονοπούλου είναι καταγεγραμμένα στα δακτυλογραφημένα απομνημονεύματα του πατέρα της. Σε αυτά θα βασιστεί ένα βιβλίο που πρόκειται να εκδώσει προς τιμήν του.
Ρ.Λ.: Δούλευε έτσι ώσπου να πάει στρατιώτης στην Κατερίνη, όπου εκεί ίδρυσε την «Εστία Πιερίδων Μουσών», που λειτουργεί ως σήμερα. Παντρεύτηκε το 1953, λίγο μετά από τη θητεία του. Το 1955 ήρθαμε στη Θεσσαλονίκη και έπιασε δουλειά στην Κρατική Ορχήστρα ως βιολιστής. Με φίλους δημιουργούν ένα σχήμα με όνομα «Το καρέ των άσσων». Κιθάρα έπαιζε ο μπαμπάς μου, υπήρχε πιάνο, ντραμς και τραγούδι με τον Κώστα Προκοπίου. Παράλληλα έπιασε και το μπουζούκι στα χέρια του. Έμαθαν για τις ικανότητές του και του ζήτησαν να πάει στην Αθήνα. Έτσι, το 1960 φύγαμε για την Αθήνα. Στην Αμερική έφυγε πρώτη φορά το 1961, γιατί του διαγνώστηκε καρκίνος στο λάρυγγα. Στην Ελλάδα τού είπαν ότι σε 2-3 μήνες θα πέθαινε. Είχε ήδη προσκλήσεις για δουλειά από την Αμερική, οπότε αποφάσισε να φύγει μόνος του.
Από το 1959 είχαν ήδη φύγει κάποιοι επιφανείς μουσικοί, καθώς υπήρχε η φήμη ότι παίρνουν πολλά χρήματα εκεί.
Ο πατέρας μου δεν είχε λόγο να φύγει. Ξεκίνησε στην Κρατική με 70 δραχμές μεροκάματο ως βιολιστής, με την κιθάρα έπαιρνε 300 δραχμές και με το μπουζούκι 500 δραχμές! Το γεγονός είναι ότι έφυγε με κάρτα εργασίας στην Αμερική, αλλά επί της ουσίας έφυγε για να ρισκάρει μην τυχόν και ζήσει. Οπότε προχώρησε σε εγχείρηση και αφαίρεση λάρυγγα. Η εγχείρηση κράτησε 11 ώρες. Για δύο μήνες ήταν σε ανάρρωση. Για έξι μήνες έκανε ειδική εκπαίδευση για να μιλάει βγάζοντας αέρα από το στομάχι. Σχεδόν δεν καταλάβαινες ότι δεν είχε φωνητικές χορδές.
Όταν πήγε εκεί, ήταν ήδη γνωστός ως μουσικός;
Ναι πολύ. Είχε κάνει στην Ελλάδα επιτυχίες ως συνθέτης, είχε εμφανιστεί σε κινηματογραφικές ταινίες και είχε παίξει σε πολλούς δίσκους. Όταν γύρισε, δούλευε καλά εδώ. Ο Χατζιδάκις τού πρότεινε να πάνε στη Νέα Υόρκη με το θεατρικό έργο «Ποτέ την Κυριακή». Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του, τελικά δέχθηκε. Στην 40μελή ορχήστρα θα ήταν ο σολίστας. Ξαναφεύγει στην Αμερική το 1966. Ανέβηκε σε θέατρο του Broadway με τίτλο «Ilia Darling» και είχε τεράστια επιτυχία. Από τις αρχές Ιουνίου φύγαμε και εμείς για την Αμερική.
Εσύ που έβλεπες τον μπαμπά σου να τον χειροκροτούνε έτσι, πώς ένιωθες;
Εγώ τρελαινόμουν και για το έργο. Τότε ‘67-‘68 είχαμε δικτατορία. Εκεί νιώθαμε πολύ ωραία, γιατί υπήρχε η ελευθερία έκφρασης. Είχαμε πάρει τον δίσκο «Ρωμιοσύνη», έγραφε τις παρτιτούρες ακούγοντας το έργο, ώστε να γραφτούνε οι στίχοι στα Αγγλικά, για να γίνει γνωστό στην Αμερική και σ’ όλο τον κόσμο. Ο Θεοδωράκης είχε μεν τις πρωτότυπες παρτιτούρες, αλλά ήταν κρατούμενος στη Γυάρο….
Πού να τον βρεις τον Θεοδωράκη (γέλια και από τους δύο…)
Για εμένα ήταν πολύ συγκινητικό, γιατί παράλληλα με τη μουσική γινόταν και ένας αγώνας για την ελευθερία της Ελλάδας.
Θυμάσαι κάποιο ιδιαίτερο περιστατικό;
Ένα βράδυ, πρέπει να ήμουν 13-14 χρονών, γυρνούσαμε στο σπίτι μετά την παράσταση και του είπα: «δεν είμαι σίγουρη ότι μπορείς να παίξεις το καθετί»! Μου λέει: «πες μου, τι θέλεις να ακούσεις;» Σταματάει εκεί. Ανοίγει το μπουζούκι και λέει «τι θέλεις να σου παίξω;» Του λέω «το Love Story». Ήταν το έργο που παιζόταν εκείνη την εποχή. Πολύ άνετα λοιπόν το παίζει. «Α, εντάξει» του λέω. «Θέλω να μου παίξεις από τις Τέσσερις Εποχές του Βιβάλντι, το Φθινόπωρο». Το παίζει και αυτό. «Οπότε», μου λέει «πάμε τώρα μέσα, γιατί είναι μία το βράδυ και οι άνθρωποι θα ξυπνήσουν».
Μετά έκανε στο Carnegie Hall μια συναυλία με τίτλο: το μπουζούκι σε δύο μορφές. Το κλασικό και το λαϊκό. Τον επόμενο χρόνο δούλεψε στο Σικάγο στο Athens Restaurant και έκανε συναυλία στο Orchestra Hall. Το 90% των ακροατών ήταν Αμερικανοί και το 10% Έλληνες. Το ακροατήριο ήταν όρθιοι ένα δεκάλεπτο και τον χειροκροτούσαν. Αυτό γινόταν όπου και αν έπαιζε: να σηκώνονται όρθιοι, να χειροκροτούνε και να θέλουνε κι άλλο κι άλλο! Αν κάτι απεχθανόταν στη δουλειά αυτή, ήταν το ξενύχτι. Η Αμερική τού έδωσε αυτή την ικανοποίηση. Για αυτό έγινε Αμερικανός πολίτης. Απέκτησε αμερικάνικο διαβατήριο. Στις αρχές του 1975 αποφασίζουν με τη μητέρα μου ότι ήρθε η ώρα της οριστικής επιστροφής. Δυστυχώς έφυγε από τη ζωή στις 12 Μαΐου 1975.
Όταν πήγαμε να τον φέρουμε, δεν πακετάραμε τίποτε. Θα ερχόταν για πάντα στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς έφυγε από τη ζωή από εγκεφαλικό. Ήταν ημέρα Πέμπτη. Την Κυριακή θα μάζευε τα τελευταία του πράγματα και τη Δευτέρα θα επέστρεφε. Είχε ένα όνειρο: να γυρίσει και να δημιουργήσει ένα εστιατόριο με ορχήστρα και καλή μουσική, όπου θα έπαιζε και ο ίδιος. Ο χώρος θα λειτουργούσε μέχρι τα μεσάνυχτα.
Το τελευταίο του μπουζούκι το έχει στην κατοχή του ο Γιώργος Μαρνέρος. Το ζήτησε γιατί χάλασε το δικό του και δεν μας το επέστρεψε ποτέ. Όσο και αν τον έψαξα, δεν μπόρεσα να τον βρω.
Ο πατέρας μου είναι θαμμένος σε οικογενειακό τάφο στην Κατερίνη.
H συνάντηση με τη Ρούλα Λεμονοπούλου δεν θα μπορούσε να γίνει, αν δεν με έφερναν σε επαφή οι φίλοι μου μπουζουξήδες Μανώλης Ζαχαρίου και Θωμάς Ζυγούρας και τους ευχαριστώ για αυτό.
Από το φύλλο της THESSNEWS #131 (10/11/2018-11/11/2018)
Comments are closed.